Δευτέρα, Δεκεμβρίου 31, 2012

Ο πρώτος αριθμός




Το 1980 όταν ήμουν μόλις ενός έτους, ο μπαμπάς μου κέρδισε στο λαχείο ένα εκατομμύριο δραχμές!

Ήμουν μωρό και δεν θυμάμαι απολύτως τίποτα σε σχέση με το θέμα και τους πιθανούς οικογενειακούς πανηγυρισμούς . Αυτό όμως που θυμάμαι πολύ καλά είναι πως ο μπαμπάς μου με θεωρούσε πολύ τυχερό μωρό και μετέπειτα πάντα με έβαζε να επιλέγω τα λαχεία που αγόραζε, μου έδινε μάλιστα κενά δελτία για να παίξω προ-πο! Δεν ξέρω τι έφταιξε και η τύχη δεν μας χαμογέλασε ποτέ ξανά κατ’ αυτό τον τρόπο.

Παρόλο που εκείνα τα χρήματα ήταν μία ανάσα για την οικογένεια μου δεν κατάφεραν να μας κάνουν πλούσιους αν αυτό πιστέψατε. Προσωρινά μας διευκόλυναν μόνο και ο αγώνας της επιβίωσης συνεχίστηκε τα χρόνια που ακολούθησαν.

Κάθε χρόνο αυτές τις μέρες αγοράζω πάντα μερικά λαχεία για την κλήρωση της Πρωτοχρονιάς με την ελπίδα ότι θα κερδίσω ώστε να λυθούν τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζω όπως οι περισσότεροι από εμάς πλέον.

Έτσι, το Σάββατο το μεσημέρι που είχα βγει για ψώνια με τη βροχή, παραδοσιακά στην πλατεία Συντάγματος από κάποιο πλανόδιο λαχειοπώλη αγόρασα δύο λαχεία.

Καθώς προχωρούσα για να περάσω τον δρόμο και να πάω σε γνωστό πολυκατάστημα για να συνεχίσω τα ψώνια μου αναλογίστηκα τι σημαίνει πραγματικά το να σου τυχαίνει ο πρώτος αριθμός του λαχείου.

Χαμένη σε αυτό τον συλλογισμό, μπήκα στο πολυκατάστημα και αμέσως βρέθηκα μπροστά σε ένα τεράστιο σταντ με την απόλυτα επιτυχημένη για τη χρονιά που μας πέρασε τριλογία των πενήντα αποχρώσεων του γκρι ενώ λίγο νωρίτερα το μετρό που είχα πάρει ήταν στολισμένο από άκρη σε άκρη με αντίστοιχες διαφημίσεις.

Μεταφέρθηκα αυτόματα σε μία συζήτηση που είχα με τον σύζυγο μου περίπου δυόμιση χρόνια πριν. Θυμάμαι χαρακτηριστικά να του λέω:

«Υπάρχουν κάποιες ιστορίες τις οποίες διαβάζω και είναι πολύ καλύτερες από τα βιβλία που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στην αγορά. Είμαι σίγουρη πως αυτό το Fanfic θα γινόταν τεράστια επιτυχία αν γινόταν βιβλίο!»


Τα τότε κατά τα άλλα προφητικά μου λόγια δεν είναι σε θέση αυτή τη στιγμή να ερμηνεύσουν τη διάσταση της εν λόγω επιτυχίας αλλά χαίρομαι πραγματικά ακριβώς επειδή από το πουθενά μία ερασιτεχνική δουλειά έφτασε στην κορυφή πράγμα που μου επιβεβαιώνει για μία ακόμα φορά πως σε αυτή τη ζωή όλα είναι πιθανά, τίποτα δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και πως τα όνειρα υπάρχουν τρόποι να τα πραγματοποιήσουμε φτάνει να κοπιάσουμε και να πιστέψουμε σε αυτά.

Κάθε μέρα που περνάει, ο καθένας από εμάς κάτι χάνει ή κάτι κερδίζει. Άλλες φορές αυτό που χάνουμε μπορεί να είναι κάτι απλό και συνηθισμένο, άλλες πάλι μπορεί να πρόκειται για κάτι σημαντικό και η απώλεια να είναι αβάσταχτη σε βαθμό που να μας πάρει καιρό ώστε καταφέρουμε να την ξεπεράσουμε.

Όταν όμως κερδίζουμε η χαρά είναι τόσο μεγάλη που αυτές τις στιγμές νιώθουμε να σηκωνόμαστε από το έδαφος για να πετάξουμε ψηλά με τα αόρατα φτερά μας, έτοιμοι να κατακτήσουμε ακόμα πιο υψηλούς στόχους.

Έριξα μία ματιά στην χρονιά που πέρασε και παρόλη τη μιζέρια της καθημερινότητας και την δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκομαι, υπενθύμισα στον εαυτό μου πως η οικογένεια μου είναι καλά στην υγεία της, έχει το πιο πολύτιμο πολεμοφόδιο και είμαι ευγνώμον γι’ αυτό.

Παράλληλα θυμήθηκα πως ήταν ένας χρόνος γεμάτος από ευχάριστες εκπλήξεις για εμένα εφόσον εκπληρώθηκε ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα μου, είδα τις ιστορίες μου να γίνονται βιβλία, να διαγράφουν μία πορεία και να φτάνουν στα χέρια άλλων ανθρώπων με στόχο την κατάκτηση της καρδιάς τους και με χαρά διαπίστωσα ότι αυτός ο σκοπός σε ένα μεγάλο βαθμό έχει εκπληρωθεί!

Η επιτυχία και η τύχη είναι κάτι καθαρά κάτι υποκειμενικό. Σίγουρα ένα τσεκ εκατομμυρίων θα κατάφερνε να με κάνει να χαμογελάσω αλλά συνεχίζω να χαμογελώ καθημερινά χάρη στους φίλους μου και στην αγάπη που μου προσφέρουν, χάρη στους ήρωες μου που με συντροφεύουν, με κρατούν ζωντανή και είναι πάντα η διέξοδος μου σε κάθε μου προβληματισμό.

Κατέληξα στο συμπέρασμα πως δεν είναι απαραίτητο να κερδίσω τον πρώτο αριθμό του λαχείου, ούτε τα βιβλία μου να γίνουν best seller στη λίστα των New York Times για να είμαι ευτυχισμένη.

Αρκεί μόνο να διατηρήσω την αισιοδοξία μου, να πιστέψω για μία ακόμα φορά στον εαυτό μου και να παλέψω για τα όνειρα μου, να αγκαλιάσω τους αγαπημένους μου και αντίστοιχα να γίνω κι εγώ το στήριγμα τους όποτε έχουν την ανάγκη μου. Τόσο απλά μπορώ να είμαι ευτυχισμένη και εύχομαι το νέο έτος να είναι τόσο έντονο, χαρούμενο και δημιουργικό όσο ήταν και αυτό που φεύγει.

Όσον αφορά την φωτογραφία στην κορυφή αυτής της ανάρτησης θα πρέπει να σας πω πως η δική μου επιθυμία ήταν απλά να φωτογραφηθώ με το λαχείο μου με φόντο την επιτυχία αυτής της ιστορίας που τόσο πολύ έχω αγαπήσει.

Ίσως να πίστεψα για λίγο όπως και ο μπαμπάς μου σε εμένα πως κάτι απ’ όλα αυτά θα μου έφερνε γούρι!

 Ο κύριος στα δεξιά μου εμφανίστηκε αναπάντεχα και υπάρχουν μάλιστα και ντοκουμέντα που αποδεικνύουν την έκπληξη μου αυτή.  Όπως και στη ζωή ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου συμβεί την επόμενη στιγμή και εκεί που δεν το περιμένεις ίσως να έρθει εκείνη η λεπτομέρεια που θα κάνει τη διαφορά και θα συμπληρώσει απόλυτα την εικόνα όπως ακριβώς στην προκειμένη περίπτωση.

Περιμένω λοιπόν υπομονετικά για τα δώρα που η τύχη θα θελήσει να μου χαρίσει. Κάποια από αυτά ίσως να κρύβουν πίκρες, μπορεί και κλάματα. Κάποια άλλα όμως θα μου χαρίσουν χαρές, ενθουσιασμό και γέλια. Σκοπεύω να εστιάσω σε αυτά και να συνεχίζω να ελπίζω για ακόμα καλύτερα. Ποιος ξέρει; Μπορεί να είναι ο πρώτος αριθμός του λαχείου, μπορεί να είναι ο δεύτερος, ίσως να γράψω ένα βιβλίο που θα γίνει τεράστια επιτυχία, ίσως πάλι να κερδίσω σε κάποιο διαγωνισμό με έπαθλο ένα ταξίδι στο φεγγάρι! Κι αν τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συμβεί δεν πειράζει, κερδίζω καθημερινά στο παιχνίδι της ζωής κι αυτό μου φτάνει!



Εύχομαι σε όλους Καλή Χρονιά, ευτυχισμένο το 2013!


Σάββατο, Δεκεμβρίου 22, 2012

Dreams...




Στο όνειρο μου βρισκόμουν σε έναν τόπο άγνωστο μα τόσο οικείο, γεμάτο πράσινο, με μάγεψε και με παρέσυρε κάνοντας με να αναρωτιέμαι. Στη μέση του πουθενά, με τα πόδια μου να βουλιάζουν μέσα στο φρέσκο γρασίδι, κοίταξα τον εαυτό μου και πρόσεξα το βυσσινί, βελούδινο φόρεμα που φορούσα. Σήκωσα το κεφάλι μου ψηλά και ατένισα τον καταγάλανο ουρανό, ο ήλιος δυνατός ζέσταινε το δέρμα μου και συνέχισα να προχωρώ προς άγνωστο προορισμό. Ξαφνικά το κάλπασμα ενός αλόγου που πλησίαζε τράβηξε την προσοχή μου, γύρισα και διαπίστωσα πως γνώριζα καλά τούτο το άλογο και φυσικά δεν δυσκολεύτηκα να αναγνωρίσω και τον αναβάτη. Η σκούρα κάπα που ήταν τυλιγμένη με προσοχή γύρω από το σώμα του δεν μπόρεσε να με ξεγελάσει.

"Σταμάτα!" Με διέταξε με βροντερή φωνή και δεν μπόρεσα παρά να υπακούσω χαμηλώνοντας ελαφρά το κεφάλι. Μόλις έφτασε κοντά μου, με ένα σάλτο κατέβηκε από το άλογο, τράβηξε το σπαθί του και δεν δίστασε να με απειλήσει. "Ποια είσαι και τι γυρεύεις εδώ;" Το δέρμα μου ανατρίχιασε από τον βροντερό τόνο της φωνής του.

"Δεν ξέρω πως βρέθηκα εδώ", δικαιολογήθηκα, "μα ούτε και που πηγαίνω. Το μόνο που ξέρω είναι πως έχω ξανάρθει". Σήκωσα το κεφάλι μου και τόλμησα να τον κοιτάξω βαθιά στα μάτια. Γκρίζος ουρανός, ανακατεμένος με λιωμένο ασήμι το βλέμμα του, διαπέρασε την καρδιά μου.

"Τι κάνει μία γυναίκα μόνη κοντά στα σύνορα του κάστρου;" Ρώτησε τότε με το ξίφος του ακόμα έτοιμο να με τελειώσει αν χρειαζόταν.

"Απλά μάλλον μου έλειψες Φιλίπ". Ψέλισσα. "Ήρθε η ώρα να επιστρέψω". Διαπίστωσα γεμάτη συγκίνηση.

"Δεν καταλαβαίνω..." Αποκρίθηκε δικαιολογημένα.

"Έλειψα πολύ καιρό, το ξέρω, μα ήρθε η ώρα να γυρίσω σπίτι μου". Έκανα ένα βήμα μπροστά δίχως να φοβάμαι.

"Θα σε πάω στο κάστρο". Μίλησε συγκρατημένα ενώ προσπαθούσε να ερμηνεύσει τα λόγια μου.

"Πήγαινε με". Συμφώνησα και άπλωσα το χέρι μου. "Η Νοέλια με περιμένει".

Ακριβώς εκείνη τη στιγμή ξύπνησα, το όνειρο είχε πια τελειώσει. Κοίταξα γύρω μου, το γνώριμο υπνοδωμάτιο μου, το κομοδίνο μου γεμάτο βιβλία, το πορτατίφ, τον πίνακα με τη γέννηση της Αφροδίτης πάνω από το κεφάλι μου. Τράβηξα το πάπλωμα πιο ψηλά μέχρι το σαγόνι μου και ύστερα κουκολώθηκα ολόκληρη κάτω από αυτό. Το ήξερα πως ο χρόνος μου είχε αρχίσει να τελειώνει και πλησίαζε η ώρα να γυρίσω πίσω στη Ροδεσία αλλά ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα γινόταν με αυτό τον τρόπο. Όταν ξανάκλεισα τα μάτια μου, η πύλη του κάστρου του μαύρου ρόδου άνοιξε μόνο για να περάσουμε και τη στιγμή που άκουσα τον χαρακτηριστικό ήχο καθώς οι βαριές πόρτες επέστρεαν στη θέση τους ήξερα πως αυτή τη φορά δεν θα έφευγα από εκεί παρά μόνο την ημέρα που θα έγραφα στην τελευταία σελίδα τη λέξη ΤΕΛΟΣ.